ΔΕΛΙΑΣ ΑΝΕΣΤΗΣ
Ο Ανέστης Δελιάς (Δέλιος το πραγματικό του επίθετο), ίσως η πλέον τραγική φιγούρα στο χώρο του ρεμπέτικου τραγουδιού, γεννήθηκε στη Σμύρνη το 1912 και πέθανε ηρωϊνομανής στην Αθήνα τον Ιούλιο του 1944.
Καταγόταν από μουσική οικογένεια. Ο παππούς του Σιδερής Δέλιος έπαιζε βιολί, ο πατέρας του Παναής (με παρατσούκλι Μαύρη Γάτα) σαντούρι και ο θείος του Μιχάλης, βιολί.
Ο Ανέστης με τη μητέρα του Φωτεινή, έγκυο στη μικρότερη αδελφή του Ελένη, και την άλλη αδελφή του Στέλλα, έρχονται πρόσφυγες στην Ελλάδα μετά την καταστροφή της Σμύρνης, ενώ ο πατέρας του έχει σκοτωθεί από τους Τούρκους.
Στην Ελλάδα ο Ανέστης δουλεύει σε διάφορες δουλειές για να συντηρήσει την οικογένειά του.Υπήρξε αυτοδίδακτος μουσικός. Αρχικά έπαιζε κιθάρα, στη συνέχεια μπαγλαμά και μετά το 1930 μπουζούκι.
Γύρω στα 1930 δουλεύει σε ταβέρνα στη Δραπετσώνα. Εκεί γνωρίζεται με πολλούς μπουζουξήδες από τους παλιότερους (Νίκος Αϊβαλιώτης, Σκούρτης ο τυπογράφος, κ.ά) αλλά και τους νεότερους (Μάρκος Βαμβακάρης, Στράτος Παγιουμτζής κ.ά.).
Πήρε μέρος στην πρώτη ρεμπέτικη κομπανία με το Μάρκο Βαμβακάρη, το Γιώργο Μπάτη και το Στράτο Παγιουμτζή που εμφανίστηκε στη μάντρα του Σαραντόπουλου στην Ανάσταση του Πειραιά το 1934.
Τότε γνωρίζεται με τη Νταίζη Σταυροπούλου, η οποία τον ερωτεύεται παράφορα.Το καλοκαίρι του 1944 παίζουν μαζί στου Βλάχου, ο Ανέστος, ο Στράτος και ο Γενίτσαρης. Παρά την πείνα και την εξαθλίωση ο Ανέστος εξακολουθεί να παίρνει ηρωΐνη. Έτσι, ένα πρωϊ τον βρίσκουν άψυχο έξω από τον τεκέ του Ντανάκουλη στο Μεταξουργείο.